Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2016

ΕΩΣΦΟΡΟΣ...


Έβαλα τον ίδιο τον διάβολο στο αυτοκίνητο μου.
"Πέταξε με μέχρι το διπλανό χωριό.
Πρέπει να εξαργυρώσω κάτι παράβολα χάριτος".
Φορούσε ένα σκισμένο τζιν και λάγνα κομμάτια σάρκας
μαγνήτιζαν το βλέμμα μου.
Έκανα να απλώσω το χέρι αλλά το μέσα μου
φώναζε πως ο διάολος ζεματάει.
Ξάφνου στην μέση του αγροτικού δρόμου 
πετάχτηκε ένα μακρύ βαθυκόκκινο φίδι.
Δεν πρόλαβα να αντιδράσω.
Κοίταξα από τον καθρέφτη το λιωμένο κεφάλι του
να λιάζετε στην καυτή άσφαλτο.
Γύρισα με τρόμο το βλέμμα μου
και είδα κάτω από τα μαύρα γυαλιά το σαρδόνιο γέλιο...
                             ********
Με πήρες μετά από καιρό και κάπως τυπικά 
με ρώτησες φίλε πως παν τα πράγματα.
Χωρίς σκέψη το μόνο που βρήκα να σου απαντήσω
είναι κατά διαόλου.